Search

Facebook

Linkedin

Search Icon

search

header

Εγγραφή στο Newsletter

Οικονομική Επικαιρότητα Τυνησίας, Μάιος 2024
Κατηγορίες κειμένου:
Χώρα αναφοράς: ΤΥΝΗΣΙΑ
Ημερομηνία: 21/05/2024
Έκδοση: Γραφείο Ο.Ε.Υ. Τύνιδας
Κείμενο:

Α) Επενδύσεις.

Στις 15 Μαΐου 2024, το Institut Arabe des Chefs d'Enterprises (IACE) δημοσίευσε μια έκθεση που υπογραμμίζει τη σημασία της προσέλκυσης ξένων άμεσων επενδύσεων (ΑΞΕ) ως μέσο εξόδου από την οικονομική αστάθεια. Η έκθεση τονίζει τη σχετικά χαμηλή θέση της Τυνησίας μεταξύ των αραβικών κρατών στην προσέλκυση ΑΞΕ και συνδέει τα χαμηλά επίπεδα επενδύσεων με τις διαχρονικές δυσκολίες για την αποτελεσματική προσέλκυση τους. Η έκθεση προτείνει συντονισμένες στρατηγικές προσπάθειες για το ‘branding’ του επενδυτικού περιβάλλοντος της Τυνησίας με τρόπο που θα προσελκύει και θα διατηρεί επενδυτές, ενώ παράλληλα θα ανοίγει διαύλους στοχευμένης επικοινωνίας με δυνητικούς επενδυτές, υπογραμμίζοντας τα πλεονεκτήματα μιας επένδυσης στην Τυνησία.

Η ικανότητα της Τυνησίας να προσελκύσει και να διατηρεί ξένες επενδύσεις θα παίξει κομβικό ρόλο στο οικονομικό της μέλλον. Παρά τις διάφορες προσπάθειες για τον εξορθολογισμό της γραφειοκρατικής διαδικασίας που απαιτείται για  την διευκόλυνση των ΑΞΕ, οι ξένοι επενδυτές εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν μια σειρά από γραφειοκρατικές προκλήσεις και εμπόδια για τις επενδύσεις. Η έλλειψη συνεκτικών γραφειοκρατικών διαδικασιών επιδεινώνεται από ζητήματα που έχουν να κάνουν με την τοπική διαφθορά, την διοικητική αναποτελεσματικότητα και τον αυξανόμενο σκεπτικισμό απέναντι στις ξένες επιρροές κάθε είδους. Επί του παρόντος, η Τυνησία είναι σε θέση να υποδεχθεί μόνο ένα πολύ περιορισμένο εύρος επενδύσεων από ξένους επενδυτές, με καθιερωμένες διαδικασίες για ένα συγκεκριμένο αριθμό βιομηχανιών και τύπων επενδύσεων. Η δυνατότητα αποδοχής ενός πιο διευρυμένου πεδίου δυνητικών επενδύσεων θα είναι η πραγματική πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής της Τυνησίας στο μέλλον.

Β) Οικονομική κατάσταση.

Στις 8 Μαΐου 2024, η Παγκόσμια Τράπεζα δημοσίευσε την εαρινή οικονομική αναφορά της για την Τυνησία, εφιστώντας την προσοχή στην καθυστέρηση της οικονομικής ανάπτυξης που αυξάνει τον οικονομικό κίνδυνο σε πολλαπλά μέτωπα, ακόμη και αν αναμένεται μια μέτρια ανάκαμψη λόγω της βελτίωσης των βροχοπτώσεων.

Η έκθεση αναφέρει ότι το 2023 ήταν ένα ιδιαίτερα δύσκολο οικονομικό έτος λόγω πολλαπλών αλληλεπικαλυπτόμενων παραγόντων, συμπεριλαμβανομένης της ξηρασίας, της περιορισμένης πρόσβασης σε χρηματοδότηση και της αργής πορείας προς τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις.

Οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Τυνησίας παραμένουν υψηλές και η κυβέρνηση αναγκάστηκε να στραφεί στις εγχώριες τράπεζες για χρηματοδότηση λόγω των περιορισμένων εξωτερικών επιλογών. Εν τω μεταξύ, οι καταναλωτές παραμένουν απογοητευμένοι από τις επίμονες ελλείψεις αγαθών και την αύξηση των τιμών των τροφίμων. 

Ενώ προβλέπεται μια μέτρια ανάκαμψη για το 2024-2025 λόγω των βελτιωμένων βροχοπτώσεων που αναμένεται να ενισχύσουν τις συγκομιδές σιτηρών, το συνολικό επενδυτικό κλίμα παραμένει δύσκολο, αποτυγχάνοντας να προσελκύσει επιχειρήσεις που θα δημιουργούσαν φορολογικά έσοδα για να συμβάλουν στην εξισορρόπηση του εθνικού προϋπολογισμού. 

Αν και επισημαίνει πολλές προκλήσεις, η έκθεση προβάλλει την πιθανή δυναμική των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ως έναν τρόπο αντιμετώπισης των συνεχιζόμενων οικονομικών προκλήσεων και της επισφαλούς κατάστασης της οικονομίας.

Ενώ οι πρόσφατες ανακοινώσεις που υποδηλώνουν την έναρξη έργων σχετικών με την ηλιακή ενέργεια παρέχουν κάποια ελπίδα για το δυναμικό των έργων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, τα βραχυπρόθεσμα τρωτά σημεία της οικονομίας παραμένουν. Μεταξύ αυτών είναι οι δυσβάσταχτες δημόσιες δαπάνες, ο αργός ρυθμός των μεταρρυθμίσεων και μια δύσκολη αγορά ομολόγων που αναζητά ενδείξεις ουσιαστικής οικονομικής μεταρρύθμισης.

Από την άλλη, αν και η επερχόμενη τουριστική περίοδος προοιωνίζεται να προσφέρει κάποια ανακούφιση από την πίεση στον εθνικό προϋπολογισμό και να ωθήσει σε μια μέτρια οικονομική ανάκαμψη, το πιθανότερο είναι απλά να δώσει μια προσωρινή χρηματοδοτική ένεση στην τυνησιακή οικονομία και δεν θα αντιμετωπίσει τις βαθύτερες συστημικές προκλήσεις στην οικονομία.

Γ) Φαρμακευτική βιομηχανία.

Στις 29 Απριλίου 2024, ο επικεφαλής του Εθνικού Επιμελητηρίου Φαρμακοβιομηχανίας, Tarek Hammami, επιβεβαίωσε ότι τρεις ξένες φαρμακοβιομηχανίες σχεδιάζουν να κλείσουν τα γραφεία αντιπροσωπείας τους στην Τύνιδα λόγω των προκλήσεων που σχετίζονται με την υπερχρέωση του Κεντρικού Φαρμακείου και τις δυσκολίες στην κυκλοφορία νέων φαρμάκων στην αγορά.

Ο Hammami ανέφερε ότι οι ελλείψεις φαρμάκων στην Τυνησία οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στην αδυναμία των παραγωγών να εισπράξουν τα χρέη από το Κεντρικό Φαρμακείο, το οποίο διαχειρίζεται και διανέμει κεντρικά τα φάρμακα σε όλη την Τυνησία. Ο Hammami ανέφερε ότι το Κεντρικό Φαρμακείο έχει επί του παρόντος 700 εκατομμύρια δηνάρια (207 εκ. ευρώ) σε απλήρωτες οφειλές προς τους προμηθευτές φαρμάκων.

Ο Hammami υποστήριξε ότι η εγχώρια παραγωγή φαρμάκων καλύπτει το 78% των αναγκών της Τυνησίας σε φάρμακα, ενώ τα υπόλοιπα φάρμακα αποτελούνται σε μεγάλο βαθμό από πιο προηγμένα, «βιολογικά» φάρμακα που θεραπεύουν πιο σοβαρές ασθένειες όπως ο καρκίνος.

Ο Hammami ανέφερε επίσης ότι ορισμένα φάρμακα με τιμή κάτω των 10 δηναρίων θα δουν αυξήσεις τιμών μεταξύ 0,3 και 2 δηναρίων. Σημείωσε ότι οι αυξήσεις των τιμών αποτελούν μέρος μιας προσπάθειας να κινηθεί ο κλάδος προς την κατεύθυνση της κερδοφορίας.

Εν τω μεταξύ, η Stiplastics Group Holding (SGH), μια γαλλική εταιρεία, ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να ανοίξει μια μονάδα παραγωγής φαρμακευτικών συσκευών και πλαστικών αναλωσίμων στην Τυνησία με επένδυση ύψους 1 εκατ. ευρώ. Η εγκατάσταση των 3000 m2 θα πρέπει να λειτουργήσει τον Σεπτέμβριο του 2024.

Καθώς η κυβέρνηση της Τυνησίας αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες υπό το βάρος των οικονομικών της υποχρεώσεων, τέτοιες εντάσεις είναι πιθανό να συνεχίσουν να εμφανίζονται, ιδίως με ξένες επιχειρήσεις, καθώς οι κρατικές επιχειρήσεις δυσκολεύονται να πραγματοποιήσουν πληρωμές για αγαθά και υπηρεσίες.

Ο φαρμακευτικός τομέας στην Τυνησία μαστίζεται εδώ και καιρό από την κεντρική του διαχείριση και τις βαριές επιδοτήσεις που αναγκάζουν την κυβέρνηση να επωμίζεται σημαντικό κόστος για να διατηρήσει τα φάρμακα σε τιμή που οι Τυνήσιοι θεωρούν προσιτή.

Παρόμοιες προκλήσεις παραμένουν και σε άλλους κλάδους, συμπεριλαμβανομένου του τομέα των εξορυκτικών δραστηριοτήτων, όπου οι κρατικές επιχειρήσεις έχουν αποδειχθεί δύσκολοι εταίροι για τους ξένους επενδυτές. 

Ενώ ορισμένοι στον φαρμακευτικό τομέα έχουν ζητήσει μεταρρυθμίσεις, τέτοια βήματα είναι απίθανο να συμβούν βραχυπρόθεσμα, καθώς οι Τυνήσιοι καταναλωτές είναι πιθανότατα απρόθυμοι να αποδεχθούν το ανταγωνιστικό κόστος των φαρμάκων που έχουν συνηθίσει να αγοράζουν σε τεχνητά χαμηλές τιμές .

Δ) Δάνειο από την IFTC.

Στις 29 Απριλίου 2024, το Υπουργείο Οικονομίας και Προγραμματισμού της Τυνησίας ανακοίνωσε ότι είχε συνάψει συμφωνία δανείου ύψους 1,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Ισλαμική Εταιρεία Χρηματοδότησης Εμπορίου (IFTC) με έδρα τη Σαουδική Αραβία για την κάλυψη των εισαγωγών πρώτων υλών από κρατικές επιχειρήσεις.

                               

Η συμφωνία υπεγράφη στο Ριάντ στις 28 Απριλίου 2024 από την Υπουργό Οικονομίας και Προγραμματισμού της Τυνησίας Feryel Ourghi και τον διευθύνοντα σύμβουλο της IFTC, Hani Salem Sonbol. Η IFTC αποτελεί μέρος της Ισλαμικής Τράπεζας Ανάπτυξης, της οποίας η Τυνησία είναι κράτος μέλος.

Η δανειακή σύμβαση έχει προγραμματιστεί για αποπληρωμή σε τρία χρόνια και έχει σχεδιαστεί για τη χρηματοδότηση εισαγωγών ενέργειας, σύμφωνα με δήλωση του Υπουργείου Οικονομίας της Τυνησίας. Νωρίτερα φέτος, η Παγκόσμια Τράπεζα ενέκρινε δάνεια ύψους 520 εκατομμυρίων δολαρίων για την αντιμετώπιση της πρόκλησης επισιτιστικής ασφάλειας της Τυνησίας.

Η Τυνησία αντιμετωπίζει οικονομική κρίση και έχει σχεδόν 4 δισεκατομμύρια δολάρια σε εξωτερικά χρέη που πρέπει να αποπληρωθούν φέτος, 40 τοις εκατό πάνω από το 2023.

Με μια νέα δανειακή σύμβαση με τη Σαουδική Αραβία να βρίσκεται πιθανώς υπό συζήτηση, η Τυνησία παραμένει σε θέση να συνεχίσει να αποφεύγει το επώδυνο πρόγραμμα οικονομικών μεταρρυθμίσεων που το ΔΝΤ έχει περιγράψει ως απαραίτητο μέρος οποιασδήποτε μελλοντικής δανειοδότησης. 

Ωστόσο, τυχόν επίσημες ή ανεπίσημες συμφωνίες με τους Σαουδάραβες δεν συμπεριλήφθηκαν στην ανακοίνωση της δανειακής σύμβασης. Προηγούμενες αναλύσεις και δείκτες υποδεικνύουν ότι η Σαουδική Αραβία αξιοποιεί οικονομικές επενδύσεις σε άλλα αραβικά κράτη για να εξασφαλίσει συνεργασία σε μελλοντικά σχέδια αναθέρμανσης των Συμφωνιών του Αβραάμ (ή μιας παρόμοιας συμφωνίας) για την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ.

Ε) Διμερές εμπόριο με Τουρκία.

Το εμπορικό έλλειμμα της Τυνησίας με την Τουρκία κατέγραψε, κατά τους πρώτους τέσσερις μήνες, πτώση 7,3% φτάνοντας τα 951,6 εκατομμύρια δηνάρια σε σύγκριση με τα 1029,7 εκατομμύρια δηνάρια (281 εκ. ευρώ) που καταγράφηκαν την ίδια περίοδο του 2023. Μεταξύ 2022 και 2023, το εμπορικό έλλειμμα της Τυνησίας με την Τουρκία μειώθηκε κατά 43,5%. Το 2022, το έλλειμμα αυτό ήταν 1.821,2 εκατομμύρια δηνάρια (540 εκ. ευρώ). Σύμφωνα με το Υπουργείο Εμπορίου, η βελτίωση του εμπορικού ισοζυγίου με την Τουρκία παρατηρήθηκε μετά την αναθεώρηση της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου μεταξύ των δύο χωρών.

ΕΝΗΜΕΡΩΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΟΕΥ

ΕΤΗΣΙΑ ΕΚΘΕΣΗ 2024

exports Gefyres Ypourgeio logo 02highrez ktp 1 dark blue el exports gov