Ενημερώσεις ανά θέμα
Εγγραφή στο Newsletter
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ AΡΧΕΙΟΥ
Κατηγορίες κειμένου: | |
---|---|
Χώρα αναφοράς: |
![]() |
Ημερομηνία: | 15/02/2023 |
Έκδοση: | Γραφείο Ο.Ε.Υ. Λευκωσίας |
Κείμενο: | Σε πρόσφατη Έκθεση του o Ενιαίος Εποπτικός Μηχανισμός (SSM) της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) αναφέρει ότι οι κυπριακές τράπεζες έχουν επιτελέσει σημαντική πρόοδο σε πολλούς δείκτες αποδοτικότητας, υπάρχουν όμως ακόμα πολλά περιθώρια βελτίωσης, ώστε να βρεθούν στο επίπεδο της κανονικότητας των άλλων τραπεζών του ευρωπαϊκού χώρου. Οι μεγάλες τομές της τελευταίας δεκαετίας είχαν ως αποτέλεσμα να μην θυμίζουν καθόλου τις τράπεζες που βρέθηκαν εντός της τραπεζικής κρίσης του 2013. Φαίνεται όμως ότι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν προβλήματα, τα οποία καλούνται να αντιμετωπίσουν. Συγκεκριμένα έχουν πολύ χαμηλή απόδοση ιδίων κεφαλαίων (ROE), μεγάλο κόστος προς τα έσοδα (cost to income) και μεγάλο ποσοστό ΜΕΔ (μη εξυπηρετούμενων δανείων), τα οποία παρά τη μεγάλη πρόοδο με πωλήσεις, διαγραφές και οργανική μείωση, παραμένουν ως ποσοστό το μεγαλύτερο σε σχέση με όλες τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με τα δεδομένα του SSM στον δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων (ROE) για το τρίτο τρίμηνο του 2022 η Κύπρος βρίσκεται στις χαμηλότερες θέσεις, με ποσοστό μόλις 0,32%. Χαμηλότερα από την Κύπρο βρίσκεται μόνο η Μάλτα, έχοντας αρνητικό ROE στο 1,36%. Ο δείκτης, ο οποίος εξετάζει κατά πόσον οι τράπεζες χρησιμοποιούν τα κεφάλαιά τους για να παράξουν κέρδη, οι τράπεζες από άλλα 16 κράτη αποδεικνύονται ικανότερες. Ο χαμηλότερος δείκτης είναι το 3,22% των τραπεζών της Ιρλανδικής Δημοκρατίας και ο υψηλότερος το 18,8% των τραπεζών από την Σλοβενία. Σχετικά με τον δείκτη του κόστους προς τα έσοδα (cost to income) οι τράπεζες στην Κύπρο είχαν στο τρίτο τρίμηνο του 2022 κόστος προς έσοδα της τάξης του 84,7%, οι τράπεζες του Λουξεμβούργου 79,9% και οι τράπεζες της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας 69,4%. Η Κύπρος έχει μειώσει τα ΜΕΔ (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) της από 28 δισ. Ευρώ το 2014 σε 2,85 δισ. Ευρώ εντός του 2022, παραμένει όμως η χώρα με τα περισσότερα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε σχέση με τον συνολικό δανεισμό που έχει παραχωρήσει. Το ποσοστό των ΜΕΔ στις κυπριακές τράπεζες ανέρχεται στο 7,5%, στις ελληνικές τράπεζες στο 6,82%, στις πορτογαλικές στο 3,51%, στις ισπανικές στο 3,31% και στις ιταλικές στο 3,15%. Τα λιγότερα ΜΕΔ αναλογικά έχουν οι εσθονικές τράπεζες με 0,85%, οι λιθουανικές με 0,91% και οι λετονικές με 1,18%. Αρνητική επίδοση καταγράφουν οι κυπριακές τράπεζες και στο κόστος κινδύνου (COR), το οποίο ανέρχεται στο υψηλό 1,13%, με την αμέσως επόμενη χειρότερη επίδοση να καταγράφεται από τις ισπανικές τράπεζες με 1,03%. Ακολουθούν οι ελληνικές τράπεζες με 0,89%, ενώ στις καλύτερες θέσεις βρίσκονται οι τράπεζες από την Ιρλανδία, την Εσθονία, τη Λιθουανία και το Λουξεμβούργο. Οι κυπριακές τράπεζες έχουν, επίσης, και τον δεύτερο χειρότερο δείκτη δανείων προς τις καταθέσεις (loan to deposit ratio). Ο δείκτης ανέρχεται στο 52,86%, τη στιγμή που ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις στη Μάλτα είναι 52,51%, στη Γερμανία 121%, στην Ολλανδία 114,98% και στη Γαλλία 108,4%. Η τρέχουσα πάντως χρονική συγκυρία της αύξησης των επιτοκίων ευνοεί τις κυπριακές τράπεζες, οι οποίες, λόγω ακριβώς αυτού του ποσοστού, διαθέτουν πλεονάζουσα ρευστότητα. Από την άλλη πλευρά οι κυπριακές τράπεζες, όπως προαναφέρθηκε, έχουν επιδείξει μεγάλη πρόοδο σε δομικούς συντελεστές, όπως για παράδειγμα τον κεφαλαιακό δείκτη, ή αλλιώς στον συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας (CAD). Σύμφωνα με τα στοιχεία του SSM ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας των κυπριακών τραπεζών ανέρχεται σε 20,94% η 5η καλύτερη επίδοση σε σχέση με όλες τις τράπεζες των χωρών που εποπτεύει ο Μηχανισμός. Τον μεγαλύτερο συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας έχουν οι εσθονικές τράπεζες με 24,07%, οι λετονικές με 23,98%, οι τράπεζες από τη Μάλτα με 21,92% και οι ιρλανδικές με 21,15%. Το χαμηλότερο δείκτη CAD τον έχουν οι ισπανικές τράπεζες, στο 16,24%. Ο δείκτης ρευστότητας (liquidity coverage ratio - LCR), των κυπριακών τραπεζών ανέρχεται στο 354,68%, ο δεύτερος μεγαλύτερος στο σύνολο των υπό εξέταση χωρών. Από τις χώρες με υψηλό δείκτη ρευστότητας ενδεικτικά αναφέρουμε τη Μάλτα με 390,6% και τη Λετονία με 304,93%. Ενώ στις χώρες με χαμηλό δείκτη ρευστότητας συναντούμε το Λουξεμβούργο με 149,17% και την Ολλανδία με 160,28%. Η εν λόγω Έκθεση του SSM για το τρίτο τρίμηνο του 2022 βασίζεται σε στοιχεία 111 ευρωπαϊκών τραπεζών. Σύμφωνα με τους μέσους όρους των ευρωπαϊκών τραπεζών που εποπτεύει, η μέση απόδοση των ιδίων κεφαλαίων (ROE) ανέρχεται στο 7,55%, το μέσο κόστος προς έσοδα (cost to income) ανέρχεται στο 61,43%, το μέσο κόστος κινδύνου (COR) στο 0,48%, ο μέσος όρος του δείκτη ΜΕΔ στις τράπεζες στο 2,29%, o μέσος όρος δανείων προς καταθέσεις (loan to deposit ratio) στο 104,8% και ο δείκτης ρευστότητας στο 162,03%.
|