Ενημερώσεις ανά θέμα
Εγγραφή στο Newsletter
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ AΡΧΕΙΟΥ
Κατηγορίες κειμένου: | |
---|---|
Χώρα αναφοράς: |
![]() |
Ημερομηνία: | 26/07/2023 |
Έκδοση: | Γραφείο Ο.Ε.Υ. Τύνιδας |
Κείμενο: | Η χορήγηση από το ΔΝΤ της κρίσιμης πίστωσης για την Τυνησία, η οποία πιέζεται οικονομικά, φαίνεται ολοένα και περισσότερο αβέβαιη, σύμφωνα με οικονομολόγους και πηγές που γνωρίζουν το θέμα. Παρά το πρώτο πράσινο φως από την Ουάσιγκτον τον περασμένο Οκτώβριο, οι διαπραγματεύσεις με την Τύνιδα για ένα νέο δάνειο 1,9 δισεκατομμυρίων δολαρίων από το ΔΝΤ έχουν σταματήσει από τα τέλη του 2022. Πρόκειται για μια συμφωνία που θα έδινε ανάσα σε μια χώρα της οποίας οι αυξανόμενες δυσκολίες ανησυχούν την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες και θα υποβοηθούσε περαιτέρω ξένη χρηματοδότηση καθώς πλην της ΕΕ και κράτη του Κόλπου συνδέουν πιθανή οικονομική τους βοήθεια με το πρόγραμμα του ΔΝΤ. Με το δημόσιο χρέος στο 80% του ΑΕΠ, η Τυνησία χρειάζεται εσπευσμένα δημοσιονομικό περιθώριο για να πληρώσει τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων (680.000 στην κεντρική διοίκηση) και τις τρέχουσες δαπάνες της. Όμως ο Kais Saied αντιτίθεται στις «υπαγορεύσεις» του ΔΝΤ που στην ουσία είναι δύο μέτρα πολιτικά επιζήμια για τον ίδιο αλλά θεμελιώδη για την απόκτηση πίστωσης: η σταδιακή άρση των κρατικών επιδοτήσεων σε βασικά προϊόντα, ειδικά στα καύσιμα και η αναδιάρθρωση εκατοντάδων δημοσίων επιχειρήσεων με χρέη. Επιπροσθέτως, αφού αναφέρθηκε σε μια «αρχαία κατάρα» που επιβαρύνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ο Πρόεδρος Kais Saied κάλεσε την Κυριακή σε ομιλία του στη Ρώμη (στη διεθνή σύνοδο κορυφής για τη μετανάστευση) να «δημιουργηθεί ένας νέος παγκόσμιος χρηματοπιστωτικός οργανισμός» για να «εγκαταστήσει μια νέα ανθρώπινη τάξη όπου η ελπίδα αντικαθιστά την απόγνωση». Με μια οικονομία που χαρακτηρίζεται από χαμηλούς μισθούς, η χώρα δημιούργησε τη δεκαετία του 1970 ένα «Ταμείο Αποζημιώσεων» μέσω του οποίου το κράτος αγοράζει είδη πρώτης ανάγκης για να τα επαναφέρει σε χαμηλές τιμές στην αγορά. Ωστόσο σύμφωνα με διάφορους οικονομολόγους αν μέχρι τα τέλη Αυγούστου δεν υπάρξει αποσαφήνιση της θέσης της Τυνησίας, η συμφωνία του ΔΝΤ θα ταφεί μια για πάντα. Μέχρι στιγμής πάντως οι διαπραγματεύσεις είναι εντελώς αδιέξοδες, και φαίνεται ότι είναι η Τύνιδα αυτή που κωλυσιεργεί. Ενώ στελέχη του ΔΝΤ ανέφεραν στα μέσα Απριλίου ότι δεν είχαν λάβει κανένα αίτημα από την Τύνιδα για την αναθεώρηση του προγράμματός της. Από τότε τίποτα δεν έχει συμβεί. Στις αρχές Ιουνίου, ο κ. Saied απέκλεισε και πάλι το ενδεχόμενο μεταρρύθμισης των επιχορηγήσεων, ανακοινώνοντας αντ' αυτού φόρους «για να πάρουν τα πλεονάζοντα χρήματα από τους πλούσιους και να τα δώσουν στους φτωχούς». Αυτή η πολιτική όμως ακούγεται πιο εύκολη παρά υλοποιήσιμη: το δημόσιο έλλειμμα (8% του ΑΕΠ) το 2022 προήλθε εξ ολοκλήρου από τις κρατικές επιδοτήσεις και τα δύο τρίτα από τις επιδοτήσεις ενέργειας μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022, η οποία ανεβάζει τις τιμές του πετρελαίου. Τίθεται ευλόγως το ερώτημα εάν η Τυνησία αποφασίσει να προχωρήσει χωρίς το ΔΝΤ, αν μπορεί να αντέξει ή θα χρεοκοπήσει παύοντας να αποπληρώνει τα χρέη της. Για το 2023, η χώρα μπορεί να καλύψει τα ληξιπρόθεσμα που υπολογίζονται σε 21 δισεκατομμύρια δηνάρια, εκ των οποίων 12 σε ξένο νόμισμα (περίπου 4 δισεκατομμύρια ευρώ), χάρη στον τουρισμό, τα εμβάσματα από τη διασπορά, τις εξαγωγές φωσφορικών αλάτων και την πτώση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά ελλείψει συμφωνίας, η κατάσταση θα γίνεται όλο και πιο δύσκολη. Ο κίνδυνος χρεοκοπίας θα είναι πολύ μεγάλος το 2024 και το 2025. Το 2024, άλλα 850 εκατ. δολάρια σε ευρωομόλογα πρέπει να εξοφληθούν. Το ίδιο το ΔΝΤ πρέπει να λάβει πάνω από 1,5 δισ. δολάρια έως το 2027 από προηγούμενες συμφωνίες, με τα μέλη της ΕΕ και πρώτη την Γαλλία να ακολουθούν. Φαίνεται επίσης οτι η Τυνησία προτίμησε την αποπληρωμή του χρέους της αλλά σε βάρος της προμήθειας βασικών προϊόντων. Οι τελευταίοι μήνες έχουν ήδη χαρακτηριστεί από σποραδικές ελλείψεις σε αλεύρι, ρύζι, ζάχαρη ή βενζίνη, με αποτέλεσμα να υπάρχουν άδεια ράφια ή μεγάλες ουρές μπροστά από ορισμένα καταστήματα. Αυτή η οικονομική κρίση έχει και άλλες επιζήμιες συνέπειες. Το κράτος δύσκολα μπορεί να χρηματοδοτήσει οποιαδήποτε νέα επένδυση, γεγονός που καταδικάζει την Τυνησία σε στάσιμη κατάσταση, με ασθενή ανάπτυξη (περίπου 2%) και ανεργία πάνω από 15%. Τέλος για να χρηματοδοτήσει τα έξοδά του το τυνησιακό κράτος, προσφεύγει επίσης όλο και περισσότερο στις τοπικές τράπεζες, υπονομεύοντας τη διεθνή φήμη τους: τέσσερις από αυτές είδαν την αξιολόγησή τους να υποβαθμίζεται στις αρχές του έτους από τον Moody's. |