Ενημερώσεις ανά θέμα
Εγγραφή στο Newsletter
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ AΡΧΕΙΟΥ
Η διαδικασία κατάρτισης του νέου προϋπολογισμού στο επίκεντρο της επαπειλούμενης οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης
Κατηγορίες κειμένου: | |
---|---|
Χώρα αναφοράς: | ΓΑΛΛΙΑ |
Ημερομηνία: | 09/07/2024 |
Έκδοση: | Γραφείο Ο.Ε.Υ. Παρισίων |
Κείμενο: | Όπως παρατηρούν έγκριτοι αναλυτές, οι αγορές έχουν επιδείξει μέχρι στιγμής εφεκτική στάση απέναντι στα δημοσιονομικά προβλήματα της Γαλλίας. Με δεδομένες, ωστόσο, τις επιτακτικές προθεσμίες για την κατάθεση του νέου προϋπολογισμού έτους 2025, αρκετοί αναλυτές διατυπώνουν ανησυχίες ότι είναι πιθανό οι κυρώσεις των αγορών για την συνεχιζόμενη δημοσιονομική αβεβαιότητα να επιβληθούν ταχύτερα από ότι οι ενδεχόμενες υποβαθμίσεις από πλευράς των οίκων αξιολόγησης ή οι αυστηρές συστάσεις από πλευράς της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όπως υποστηρίζουν οι αναλυτές, ακόμη και στο σχετικά απίθανο ενδεχόμενο που το Νέο Λαϊκό Μέτωπο θα καταφέρει να παραμείνει ενωμένο, το υπερβολικά ριζοσπαστικό του πρόγραμμα που περιέχει πλειοδοσία παροχών χωρίς να προβλέπονται αντίστοιχα δημόσια έσοδα δεν πρόκειται να υποστηριχθεί από τον κεντρώο συνασπισμό του φιλοπροεδρικού Ensemble. Η ψήφιση του προϋπολογισμού θα αποτελέσει το πρώτο μεγάλο τεστ για τη νέα γαλλική κυβέρνηση που θα σχηματιστεί στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με την καθιερωμένη διαδικασία, ο νέος νόμος περί προϋπολογισμού 2025 θα πρέπει να παρουσιαστεί στο Συμβούλιο Υπουργών στα μέσα Σεπτεμβρίου. Το κείμενο αυτό θα πρέπει προηγουμένως να έχει υποβληθεί στο Ανώτατο Συμβούλιο Δημοσιονομικής Πολιτικής, το οποίο θα εκφέρει μια δημόσια εκτίμηση για τις μακροοικονομικές υποθέσεις του νέου προϋπολογισμού, και από το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο επίσης θα πρέπει γνωμοδοτήσει σχετικά. Στη συνέχεια, το σχέδιο προϋπολογισμού θα πρέπει να κατατεθεί το αργότερο την 1η Οκτωβρίου στη γαλλική Βουλή και να αποτελέσει αντικείμενο μιας πρώτης εξέτασης και να υποβληθεί ύστερα στη Γερουσία. Ακολούθως, σε περίπτωση αλλαγών, θα εξεταστεί από μεικτή επιτροπή Βουλής-Γερουσίας και θα τύχει τελικής επεξεργασίας από τη Βουλή. Οι διαδικασίες αυτές θα πρέπει να γίνουν σε μια προθεσμία 70 ημερών, προκειμένου ο νόμος περί προϋπολογισμού να δημοσιευθεί πριν από την 31η Δεκεμβρίου του τρέχοντος έτους. Η διαδικασία αυτή προϋποθέτει ότι θα έχει προηγηθεί η εγκύκλιος σε όλα τα υπουργεία που θα καθορίσει το ύψος των διατιθέμενων για κάθε Υπουργείο κονδυλίων στο πλαίσιο του νέου προϋπολογισμού. Στην παρούσα κατάσταση, η τήρηση του ανωτέρω χρονοδιαγράμματος εμφανίζεται ιδιαίτερα δύσκολη, με δεδομένη την υπάρχουσα πολιτική αβεβαιότητα, και δεν αποκλείεται, όπως συνέβη και το 1962, όποτε υπήρξε αντίστοιχη περίπτωση διάλυσης της Βουλής, να υπάρξει παραβίαση των ανωτέρω προθεσμιών. Παράλληλα, ο νέος Υπουργός Οικονομικών της γαλλικής κυβέρνησης θα βρεθεί αντιμέτωπος με μια ασφυκτική ατζέντα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Στις 16 Ιουλίου θα πρέπει να παρευρεθεί στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στη διάρκεια του οποίου οι συνάδελφοί του θα υιοθετήσουν την έναρξη μιας διαδικασίας ελέγχου υπερβολικού ελλείμματος, η οποία αποφασίστηκε στα μέσα Ιουνίου για τη Γαλλία και 6 άλλες χώρες της ΕΕ (Ιταλία, Βέλγιο, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, Μάλτα και Ρουμανία). Στο μέσα Σεπτεμβρίου, οι 7 χώρες που βρίσκονται σε διαδικασία ελέγχου για υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμμα θα πρέπει να κοινοποιήσουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα μείωσης του δημοσίου χρέους και των ελλειμμάτων τους. Στη συνέχεια, πριν από τις 20 Σεπτεμβρίου, η Επιτροπή της ΕΕ θα εξετάσει το πολυετές διαρθρωτικό δημοσιονομικό πρόγραμμα για να διαπιστώσει εάν περιλαμβάνει ένα βιώσιμο σχέδιο μείωσης των δημοσίων δαπανών σε μια χρονική περίοδο 4 έως 7 ετών, σύμφωνα με τους κανόνες του νέου Συμφώνου Δημοσιονομικής Σταθερότητας, το οποίο ψηφίστηκε στα τέλη Απριλίου του τρέχοντος έτους. Θα ακολουθήσουν οι συστάσεις της ΕΕ, οι οποίες θα δημοσιευθούν το αργότερο μέχρι τον Νοέμβριο για τον έλεγχο των υπερβολικών ελλειμμάτων, καθώς και η γνωμοδότησή της για το σχέδιο προϋπολογισμού 2025. Οι συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής θα πρέπει να εγκριθούν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Δεκέμβριο. Όπως εκτιμούν αρκετοί παρατηρητές, το Συμβούλιο, που είναι πολιτικό κυρίως όργανο, αναμένεται να επιδείξει κάποια ανοχή στις αποκλίσεις του προϋπολογισμού δεδομένου του δύσκολου γεωπολιτικού πλαισίου που οδηγεί σε υψηλές δαπάνες για την άμυνα και της πολιτικής αστάθειας στην οποία έχει περιέλθει η Γαλλία. Η ίδια διαδικασία αναμένεται άλλωστε να επαναληφθεί το 2025, όποτε η νέα γαλλική κυβέρνηση θα πρέπει να παρουσιάσει έκθεση προόδου τον Απρίλιο του 2025. Εάν η Επιτροπή θεωρήσει ανεπαρκή την ανωτέρω έκθεση, θα μπορούσε θεωρητικά, σύμφωνα με τους κανόνες του νέου δημοσιονομικού πλαισίου, να επιβάλλει κυρώσεις στη Γαλλία ύψους 0,05% του ΑΕΠ. Αξιοσημείωτο ωστόσο είναι, ότι μέχρι στιγμής, από τις 38 διαδικασίες ελέγχου υπερβολικού ελλείμματος που έγιναν πριν από το 2020, καμία δεν οδήγησε μέχρι σήμερα στην επιβολή των εν λόγω κυρώσεων. Το σημαντικότερο είναι ότι ακόμα και στο πιθανό σενάριο όπου το Νέο Λαϊκό Μέτωπο θα επέλεγε τον νέο πρωθυπουργό και θα αποφάσιζε την ψήφιση νέων δαπανών με προεδρικά διατάγματα για την εφαρμογή του προγράμματός του χωρίς να καλύπτονται από αντίστοιχες εισπράξεις, οι έντονες αντιδράσεις των αγορών θα είναι πολύ πιο γρήγορες από τις αντίστοιχες επιπτώσεις στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της Γαλλίας από τους οίκους αξιολόγησης και στις ενδεχόμενες αυστηρές συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε κάθε περίπτωση, η δημοσιονομική εξυγίανση θα πάρει πολύ περισσότερο χρόνο από ό,τι υπολογίζονταν, όπως σημειώνουν οι αναλυτές της Goldman Sachs. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών, η Ιταλία θα πρέπει να καταβάλλει τη μεγαλύτερη προσπάθεια για τη μείωση του ελλείμματος, ύψους 1,08 του ΑΕΠ, για μια περίοδο 4 ετών. Η αντίστοιχη μείωση στη Γαλλία εκτιμάται σε 0,94 του ΑΕΠ. Στο πλαίσιο αυτό, η Γαλλία θα πρέπει να επιτύχει πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα που θα της επιτρέψει να σταθεροποιήσει το ύψος του δημοσίου χρέους, ενώ η δημοσιονομική προσαρμογή που θα απαιτηθεί μέχρι το 2027 ανέρχεται σε 4% του ΑΕΠ, ήτοι 100 δισεκατομμύρια σε μια περίοδο 4 ετών. Το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται η επιβολή αντιδημοφιλών μέτρων για τη δημοσιονομική εξισορρόπηση μέχρι το 2027, οδηγεί ορισμένους αναλυτές στην εκτίμηση ότι ο νικητής των βουλευτικών εκλογών στις 7 Ιουλίου θα είναι ο χαμένος στις προεδρικές εκλογές του 2027, δεδομένης της αναπόφευκτης επιδείνωσης της οικονομικής συγκυρίας που θα πλήξει τα εισοδήματα πολλών κοινωνικών ομάδων και θα οδηγήσει πιθανότατα σε μια αύξηση της ανεργίας. |