Ενημερώσεις ανά θέμα
Εγγραφή στο Newsletter
ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΕΣ AΡΧΕΙΟΥ
Oι γερμανικές επιχειρήσεις ανήσυχες αναφορικά με την αύξηση των φόρων στη Γαλλία
Κατηγορίες κειμένου: | |
---|---|
Χώρα αναφοράς: | ΓΑΛΛΙΑ |
Ημερομηνία: | 16/10/2024 |
Έκδοση: | Γραφείο Ο.Ε.Υ. Παρισίων |
Κείμενο: | Mετά την κατάθεση του γαλλικού προϋπολογισμού έτους 2025 στις 10 Οκτωβρίου 2024 από την γαλλική κυβέρνηση, και των πρωτοφανών μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής που αυτός προβλέπει, όπως αύξηση του εταιρικού φόρου για πολύ μεγάλες εταιρείες και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης για χαμηλούς μισθούς, ή την αύξηση του «ενιαίου φόρου» μετά από επτά χρόνια φιλοεπιχειρηματικής πολιτικής, οι γερμανικές εταιρείες που είναι εγκατεστημένες στη Γαλλία εμφανιζονται ανήσυχες για την αλλαγή πορείας που σχεδιάζει η κυβέρνηση Barnier. Ειδικότερα, τελευταίες θεωρούν ότι προαναφερθέντα μέτρα απειλούν την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και μακροπρόθεσμα, την ελκυστικότητα της Γαλλίας όσον αφορά την προσέλκυση επενδύσεων. Σημειώνεται ότι από το 2018, η Γερμανία είναι ο κορυφαίος ευρωπαίος επενδυτής στη Γαλλία. Έχει αναπτύξει 272 επενδυτικά projects δημιουργώντας περισσότερες από 6.800 θέσεις εργασίας τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Ο αριθμός των γερμανικών επενδυτικών σχεδίων στη Γαλλία ήταν 183 για το έτος 2023 (μείωση κατά 12% σε σύγκριση με το 2022). Το 2023, οι Γερμανοί επενδυτές περιόρισαν τον αριθμό των εγκαταστάσεων επιχειρήσεών τους στην Ευρώπη σε 620 (μείωση 10% σε σχέση με το έτος 2022). Η Γαλλία ωστόσο, παραμένει η πρώτη χώρα στην οποία πραγματοποιούνται αυτές οι επενδύσεις με το 30%. Όσον αφορά τον αριθμό των θέσεων εργασίας, οι γερμανικές επενδύσεις το 2023 κατέστησαν δυνατή τη δημιουργία 5.848 νέων θέσεων εργασίας, έναντι 6.053 το 2022, (πτώση 3%). Και αυτό το ποσοστό παραμένει 6% υψηλότερο από τον μέσο όρο 5.511 θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν ετησίως κατά την περίοδο 2017 έως 2022. Οι μεταρρυθμίσεις που πραγματοποιήθηκαν έκτοτε στη Γαλλία όσον αφορά την ευελιξία του εργατικού δικαίου, μείωση του επιπέδου των κοινωνικών επιβαρύνσεων στους χαμηλούς μισθούς, φόρου μαθητείας κλπ, κατέστησε δυνατή την αύξηση των γερμανικών επενδυτικών σχεδίων. Αξίζει να αναφερθεί ότι μέχρι τις ευρωπαϊκές εκλογές, επικρατούσε στη Γαλλία ένα φιλικό επιχειρηματικό περιβάλλον με σημαντικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και ένα δεδηλωμένο στρατηγικό σχέδιο για εκβιομηχάνιση, όπως άλλωστε αυτή αποτυπωνόταν τόσο στη μείωση της φορολογίας και του κόστους εργασίας, όσο και στο φιλόδοξο πρόγραμμα επενδύσεων “France 2030”, το οποίο είχε παρουσιάσει ο ίδιος ο Πρόεδρος της Γαλλίας ο Ε. Macron. Ωστόσο, εντός ολίγων μηνών, η κατάσταση άλλαξε ριζικά. Αρχικώς εμφανίστηκε η απειλή του Νέου Λαϊκού Μετώπου (NFP), αλλά και της Εθνικής Συσπείρωσης (RN) που είχε ταχθεί υπέρ ενός προγράμματος που αύξανε το κόστος των επιχειρήσεων, ενώ στη συνέχεια η μεταρρύθμιση του συστήματος επιδομάτων ανεστάλη από τον πρώην Πρωθυπουργό G. Attal. Η εμπιστοσύνη στη γαλλική οικονομία όμως είχε ήδη αρχίσει να εξασθενεί, αφού σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Γαλλο-Γερμανικό Εμπορικό Επιμελητήριο και την εταιρεία δημοσκοπήσεων “EY” τον περασμένο Απρίλιο, η συντριπτική πλειονότητα των 70 θυγατρικών γερμανικών εταιρειών που συμμετείχαν στην έρευνα (84%) θεώρησε ότι η κατάσταση στη Γαλλία είναι «μέτρια». Μόνο το 3% έκρινε ότι ήταν καλή (έναντι 40% το 2022). Σήμερα, το ευνοϊκό κλίμα για την επιχειρηματική κοινότητα που επικρατούσε στη Γαλλία από την πρώτη θητεία του Ε. Μαcron το 2017, έχει κλονιστεί. Εντούτοις, αν και το επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας έχει επιβαρυνθεί, αυτό δεν συνεπάγεται μείωση των γερμανικών επενδύσεων στη χώρα. Σύμφωνα με την προαναφερθείσα έρευνα, η Γαλλία παραμένει δημοφιλής στους Γερμανούς επενδυτές για το μέγεθος της αγοράς της, το εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό της και την ανταγωνιστικότητα κόστους της χώρας. Η πλειοψηφία των γερμανικών θυγατρικών (59%) έκρινε ότι οι προοπτικές τους για δραστηριοποίηση στη Γαλλία για τέσσερα χρόνια ήταν «θετικές». Τα αποτελέσματα της ανωτέρω έρευνας δείχνουν ότι για τις γερμανικές μητρικές εταιρείες, οι πολιτικές επιλογές σε θέματα ενέργειας έχουν καταστεί ουσιαστικό κριτήριο στην απόφαση υλοποίησης μίας σχετικής επένδυσης. Επιπλέον, αυτές, έχουν ισχυρές προσδοκίες για τη βιώσιμη ανάπτυξη και τον ψηφιακό μετασχηματισμό-με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την τεχνητή νοημοσύνη- φοβούνται ωστόσο ότι το επίπεδο χρέους της Γαλλίας θα αποτελέσει ανασχετικό παράγοντα. Θα πρέπει όμως να αναφερθεί πως σε θέματα όμως το κλίμα και ο ενεργειακός μετασχηματισμός, το ζήτημα του ανταγωνισμού δεν θα επιλυθεί σε εθνικό επίπεδο. Ούτε η Γαλλία ούτε η Γερμανία θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τον ανταγωνισμό μόνες από την Κίνα και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η πρόκληση της ανταγωνιστικότητας διαδραματίζεται πλέον, σε ευρωπαϊκή κλίμακα. Τέλος σημειώνεται ότι η Γαλλία το 2023, κατάφερε να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών και να διατηρήσει την πρώτη της θέση στην ευρωπαϊκή κατάταξη ελκυστικότητας της ‘’EY” για πέμπτη συνεχή χρονιά, με 1.194 επενδυτικά έργα. |